Οκτώβριος

Οκτώβριος
Λέγεται και Οκτώβρης. Ο δέκατος μήνας του ημερολογίου, όγδοος του αρχαίου ρωμαϊκού, από το οποίο διατήρησε όμως την ονομασία του. Έχει 31 ημέρες. Κατά τον μήνα Οκτώβριο ο Ήλιος βρίσκεται στον αστερισμό του Ζυγού και κατά το τέλος του μήνα εισέρχεται στον Σκορπιό. «Ο Οκτώβριος σπέρνει το στάρι», αλληγορική παράσταση της σειράς των μηνών, έργου του Μπενεντέτο Αντέλαμι στο βαπτιστήριο της Πάρμας.
* * *
και Οκτώμβριος και Οκτώβρης και Οχτώβρης, ο (Α Ὀκτώβριος και Ὀκτώμβριος)
νεοελλ.
ο δέκατος μήνας τού έτους αρχίζοντας τη μέτρηση από τον Ιανουάριο, ο οποίος περιλαμβάνει τριάντα μία ημέρες
αρχ.
1. ο όγδοος μετά τον Φεβρουάριο μήνας τού έτους αρχίζοντας τη μέτρηση από τον Μάρτιο
2. ως επίθ. ὀκτώβριος, -α, -ον- αυτός που αναφέρεται στον μήνα Οκτώβριο («εἰδοῑς ὀκτωβρίαις», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. October (mensis) < λατ. octo «οκτώ». Ο τ. Ὀκτώμβριος, κατά τα Σεπτέμβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Οκτώβριος — ο ο δέκατος μήνας του χρόνου με 31 μέρες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Οκτώβριος ίππος — Εξιλαστήριο άλογο, που το θυσίαζαν κάθε χρόνο στη Ρώμη. Θυσία αλόγων γινόταν στα αρχαία χρόνια σε σπάνιες περιπτώσεις. Το αίμα του αλόγου που θυσιαζόταν στη Ρώμη, ανακατευόταν από τις Εστιάδες με τη στάχτη μοσχαριών και αποτελούσε καθαρτήριο… …   Dictionary of Greek

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Ναπολέων Α’, ο Μέγας — (Napoleon I Bonaparte, Αιάκιο, Κορσική 1769 – Αγία Ελένη 1821). Αυτοκράτορας των Γάλλων, δευτερότοκος γιος του Καρόλου Βοναπάρτη και της Λετίτσια Ραμορίνο. Αφού φοίτησε στις στρατιωτικές σχολές του Μπριέν, του Παρισιού και της Βαλάνς (όπου… …   Dictionary of Greek

  • Next Greek legislative election — Greek legislative election, 2012 2009 ← 2012 → 2016 …   Wikipedia

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Panhellenic Socialist Movement — Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα Leader George Papandreou Founder …   Wikipedia

  • Γαλλική Επανάσταση — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τρεις μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία της σύγχρονης Γαλλίας (1789 92, 1830 και 1848), με σημαντικότερη ασφαλώς την πρώτη, που εισήγαγε το πολίτευμα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας.… …   Dictionary of Greek

  • Διαδοχής, πόλεμοι — Τρεις ευρωπαϊκοί πόλεμοι του πρώτου μισού του 18ου αι., που διεξήχθησαν για τη διαδοχή των θρόνων της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Αυστρίας. 1. Πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας (1701 13). Ο πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας ξέσπασε με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”